Τετάρτη 31 Μαΐου 2023

Ο κόσμος μετά τον κόσμο ΜΕ ΤΟΝ Λεωνίδα-Βασίλειο Μανιάτη ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

 Ο κόσμος μετά τον κόσμο
ΜΕ ΤΟΝ Λεωνίδα-Βασίλειο Μανιάτη
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: Συμπαντικές Διαδρομές










Αγαπητέ κύριε Μανιάτη, καλημέρα σας. Πρόσφατα κυκλοφόρησε το καινούργιο σας βιβλίο από τις Εκδόσεις Συμπαντικές Διαδρομές, με τίτλο «Η Αίθουσα της Γνώσης». Κάθε χρόνο κυκλοφορούν άπειρα καινούργια βιβλία. Τι πιστεύετε ότι μπορεί να προσθέσει το δικό σας βιβλίο; Για ποιο λόγο κάποιος να το επιλέξει για να το διαβάσει;   
Απάντηση
«Η Αίθουσα της Γνώσης» είναι ένα post-apocalyptic μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας, η πλοκή του οποίου τοποθετείται σε έναν σκοτεινό, υπόγειο κόσμο, όπου η Ανθρωπότητα έχει καταφύγει, μετά την καταστροφή της Επιφάνειας του πλανήτη. Ωστόσο, θα τολμούσα να πω ότι το βιβλίο αυτό ξεφεύγει από την πεπατημένη, διότι συνδυάζει μία σειρά από ενδιαφέροντα στοιχεία. Αρχικά, μέσα από την πλοκή του, μας παρουσιάζει μία κοινωνία που χαρακτηρίζεται από αρκετά σύνθετη κοινωνική δομή (καθώς με το πέρασμα του χρόνου μία οποιαδήποτε κοινωνία τείνει να εξελιχθεί). Έπειτα, η προηγηθείσα καταστροφή και οι επιπτώσεις της, αν και δεν αναλύονται με όρους hard fiction, έχουν αφήσει ανεξίτηλο το σημάδι τους πάνω στους ανθρώπους που επέζησαν και στην ψυχολογία τους -ακόμα και αν οι ίδιοι γεννήθηκαν μετά την αρχική καταστροφή. Κατόπιν, υπαίτιος της καταστροφής δεν είναι ο συνήθης σε τέτοιου είδους βιβλία ύποπτος (η Ανθρωπότητα), ούτε και κάποια φονική τεχνίτη νοημοσύνη. Ύστερα -και αυτό ίσως να είναι το πιο σημαντικό- στο βιβλίο εξετάζεται η ιδέα του πώς φορείς που στο παρελθόν είχαν χρησιμοποιηθεί για να επιβληθεί έμμεσα η εξουσία συγκεκριμένων ομάδων ολίγων πάνω στους πολλούς (όπως η πολιτικοκοινωνική παράδοση, το καστικό σύστημα και η θρησκεία) θα μπορούσε ίσως μελλοντικά να χρησιμοποιηθούν (δεν θα αναλύσω εδώ το από ποιους, για να μην κάνω spoiler) για να παρεμποδίσουν ακόμα και το βασικότερο συμφέρον της Ανθρωπότητας, ήτοι την ίδια της την μακροπρόθεσμη επιβίωση. Επιπλέον, υπάρχει μία σαφής σύνδεση της πλοκής του βιβλίου με τον Μύθο του Σπηλαίου του Πλάτωνα· η ιδέα ότι η γνώση της κρυφής αλήθειας μπορεί να μεταμορφώσει τον τρόπο που βλέπει κανείς τον κόσμο. Ωστόσο, δεν πρόκειται για μία αλήθεια με όμορφα στοιχεία (όπως η φύση του πραγματικού κόσμου στον πλατωνικό μύθο) που έρχεται να ανατρέψει μία μάλλον ανιαρή πραγματικότητα, ούτε και για μία άσχημη αλήθεια (πόλεμος) που σε βγάζει από μία ανιαρή καθημερινότητα (όπως ας πούμε στην περίπτωση του Matrix που επίσης βασίζεται στον ίδιο πλατωνικό μύθο). Η αλήθεια της Αίθουσας της Γνώσης σε βγάζει από μία εξαιρετικά άσχημη ψεύτικη πραγματικότητα, για να σε βάλει σε μία ακόμα χειρότερη αλήθεια· όχι σε μία σύγκρουση (με ανοιχτό και το ενδεχόμενο της νίκης), αλλά σε κάτι που φαντάζει απόλυτα τετελεσμένο… Και συνάμα -και εδώ είναι μία ακόμα σημαντική διαφορά από τον κόσμο του Matrix- δεν υπάρχει η δυνατότητα να γλιτώσει κανείς από την αληθή πραγματικότητα, επειδή έμεινε πιστός στο ψέμα, αγνοώντας την· απλά η άγνοιά της από τον πολύ κόσμο βοηθά στην τήρηση της τάξης και στην διαιώνιση του καταπιεστικού συστήματος με βάση το οποίο οι άνθρωποι συνεχίζουν να ζουν από την καταστροφή της Επιφάνειας και έπειτα. Τέλος, ένα ακόμα σημαντικό σημείο είναι οι αναφορές που γίνονται στο βιβλίο στο ζήτημα της ανθρώπινης ψυχολογίας και της κατάθλιψης· στο πώς μία σειρά από αλλεπάλληλα δραματικά γεγονότα και σκληρές αποφάσεις, μπορεί να στιγματίσει μία ψυχή, να της στερήσει κάθε χαρά και να την κάνει να αποζητά παρηγοριά στον θάνατο -ένα γεγονός που δυστυχώς δεν αποτελεί γνώρισμα μόνο των post-apocalyptic κοινωνιών. Όλα αυτά τα στοιχεία λοιπόν που είναι ενσωματωμένα στην πλοκή της «Αίθουσας της Γνώσης» θεωρώ ότι κάνουν το βιβλίο μου αρκετά πρωτότυπο, ώστε να προσφέρει στον αναγνώστη του μία κοσμοπλασία (worldbuilding) και μία έντονη πλοκή που θα τον σαγηνέψει και την οποία δύσκολα θα περιμένει… 




Μιλήστε μας για το βιβλίο. Τι είναι αυτό που θέλετε να μεταδώσετε; 
Απάντηση
Το βιβλίο μου, όπως προείπα, αφηγείται μία ιστορία που λαμβάνει χώρα, σε έναν υποχθόνιο κόσμο. Ο κόσμος αυτός που είναι γνωστός στους κατοίκους του ως «Τάρταρα» (αλλά οι σχέσεις του με τα Τάρταρα της ελληνικής μυθολογίας είναι απλώς συμβολικές) είναι ένας απαίσιος κόσμος για να ζει κανείς. Οι άνθρωποι που ζουν εκεί είναι πάρα πολλοί σε σχέση με τον διαθέσιμο χώρο στον οποίο είναι υποχρεωμένοι να περιορίζονται. Η τροφή είναι λιγοστή και συνήθως κακής ποιότητας και οι περισσότεροι άνθρωποι υποσιτίζονται ή και πεθαίνουν από την πείνα. Οι διάφορες ασθένειες ξεσπούν κατά καιρούς σε επιδημικά κύματα που σκοτώνουν πολλούς ανθρώπους, ενώ σωστή ιατρική περίθαλψη έχουν μόνο οι λίγοι και εκλεκτοί. Κι ακόμα, κάθε λίγα χρόνια, πολύνεκροι πόλεμοι ξεσπούν μεταξύ των τοπικών ηγετών των περιοχών των Ταρτάρων που είναι γνωστοί ως Τομεάρχες. Τέλος, υπάρχει ένα σαφές καστικό σύστημα που χωρίζει τους ανθρώπους σε τοπάρχες άρχοντες, σε θεραπευτές ιατρούς, σε στρατιώτες και σε εργάτες, ενώ υπάρχει και το Ιερατείο της μεγάλης μητέρας θεάς, το οποίο θεωρείται ως εκτός του καστικού συστήματος. Κάθε σεξουαλική επαφή ατόμων που ανήκουν σε διαφορετική κάστα τιμωρείται με θάνατο, ενώ και οι ανήκοντες στο ιερατείο κανονικά απαγορεύεται να εμπλακούν σε τέτοιου είδους σχέσεις. Έτσι η κοινωνική κινητικότητα ουσιαστικά εκμηδενίζεται και κάθε πιθανή γέφυρα κατανόησης μεταξύ των καστών καταστρέφεται, μοιράζοντας μίσος και απέχθεια για όσους δεν ανήκουν στην ίδια κάστα. Αυτό δε που αποκαλούμε ανθρωπιά έχει γίνει είδος υπό εξαφάνιση, καθώς η σκληρή πραγματικότητα, επιτάσσει σκληρότητα στην συμπεριφορά των ανθρώπων.
Παρά ταύτα όμως, θα είναι μία σπάνια πράξη ανιδιοτελούς καλοσύνης, αυτή που θα θέσει σε κινίνη την πλοκή του βιβλίου. Ο πατέρας Μπεν, ένας καλόψυχος ιερέας αποφασίζει να παραβεί τις εντολές των ανωτέρων του, για να περισώσει ένα νεογέννητο κοριτσάκι που αλλιώς θα πέθαινε σε μία σήραγγα που πλημύριζε με μάγμα και να το μεγαλώσει σαν παιδί δικό του, κάτι που του στερεί κάθε δυνατότητα μελλοντικής του ανέλιξης στην ιερατική ιεραρχία. Το κορίτσι αυτό, η Λιζ, μεγαλώνοντας θα καταστεί το κεντρικό πρόσωπο του βιβλίου -το οποίο σημειωτέον εν πολλοίς, σχεδόν αποκλειστικά θα έλεγα, ακολουθεί την οπτική της πρωταγωνίστριας, σε αντίθεση με άλλα βιβλία μου. Ο πατέρας Μπεν ωθεί την Λιζ να γίνει ιέρεια της μητέρας θεάς, κάτι που εκείνη δέχεται να κάνει, πιστεύοντας ότι ως ιέρεια θα μπορέσει να προσφέρει ουσιαστικά στους συνανθρώπους της. Ωστόσο, βλέποντας στην πορεία την υποκρισία των συναδέλφων της, καταλαβαίνει ότι κατά βάθος ο δρόμος αυτός που άλλοι διάλεξαν για εκείνη, δεν μπορεί να την κάνει ευτυχισμένη.
Όλα όμως αλλάζουν, όταν η τύχη την οδηγεί στο να γνωρίσει τον νεαρό Τομεάρχη Έκτορα Βέρντε του πράσινου τομέα, έναν μυστηριώδη, απόμακρο σχετικά χαρακτήρα, για τον οποίο ακούγονται πολλά και τρομερά πράγματα. Ο Έκτορας όμως είναι ένα άτομο που παλεύει με την κατάθλιψη και φλερτάρει με την ιδέα να δώσει τέλος στην ζωή του, στην οποία όμως εισβάλει η Λιζ για να τον σώσει από τον ίδιο του τον εαυτό. Σύντομα ωστόσο, οι δύο νέοι ανακαλύπτουν ο ένας στον άλλον έναν ανέλπιστο, όσο και τρομερά επικίνδυνο απαγορευμένο έρωτα, στην θυελλώδη δίνη του οποίου εγκλωβίζονται, παρά τις επιταγές του καστικού συστήματος των Ταρτάρων. Και τότε, αποφασίζουν να ενώσουν τις δυνάμεις τους για να κάνουν τον υποχθόνιο κόσμο τους ένα καλύτερο μέρος, κάτι που θα τους φέρει αντιμέτωπους με τους ισχυρούς του υπόγειου κόσμου τους, αλλά και με δυνάμεις απόκοσμες, βγαλμένες θα έλεγε κανείς μέσα από τους ίδιους τους θρύλους για την Κάθοδο του ανθρώπου στα Τάρταρα.
Ο μόνος τρόπος πάντως να υπερισχύσουν έναντι των όσων τους επιβουλεύονται και να καταφέρουν να σώσουν τους συνανθρώπους τους από το απόκρυφο ζοφερό Πεπρωμένο τους, θα μπορούσε ίσως να κρύβεται μέσα στην αρχαία σοφία των Παλαιών, η οποία φυλάσσεται στην Αίθουσα της Γνώσης, στο πιο τρομερό μέρος σε ολόκληρα τα Τάρταρα. Διότι, ως γνωστόν, όποιος μπαίνει ζωντανός στην Αίθουσα της Γνώσης, βγαίνει απ’ αυτήν νεκρός… Είτε κυριολεκτικά, με την καρδιά του να έχει σταματήσει από τον τρόμο, είτε μεταφορικά με το να χάσει τα λογικά του, την αγάπη του για την ζωή ή και την ίδια την ανθρωπιά του…
Και για ν’ απαντήσω και στο δεύτερο σκέλος του ερωτήματός σας, αν και τα βιβλία μου τα γράφω πρωτίστως για να ψυχαγωγήσω τον αναγνώστη, το κάνω επίσης και για να τον βάλω με τον τρόπο μου να σκεφτεί κάποια πράγματα. Στην προκειμένη περίπτωση, οι βασικοί άξονες στοχασμού, γύρω από τους οποίους περιστρέφεται το βιβλίο μου αυτό είναι τρεις. Πρώτον, πώς μπορούν οι εξωτερικές συνθήκες (και μάλιστα οι πιο ακραίες, με την αρνητική έννοια της λέξης) να επηρεάσουν την ανθρώπινη ψυχοσύνθεση και τον ίδιο τον ανθρώπινο πολιτισμό. Δεύτερον, πώς ένα μέσο ελέγχου που κάποιοι χρησιμοποιούν για τον έλεγχο των μαζών, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ακόμα και εναντίον της ίδιας της Ανθρωπότητας. Και τρίτον, η φύση της αλήθειας η οποία -ανάλογα κυρίως με τον τρόπο που προσφέρεται και όχι τόσο με το περιεχόμενό της- μπορεί να απελευθερώσει ή να καταστρέψει την ανθρώπινη ψυχή. 







Σύμφωνα με το όνομα του βιβλίου, το περιβάλλον και την ευρύτερη θεματολογία του θα το χαρακτήριζα σαν γνωστική post-apocalyptic φαντασία; Συμφωνείτε με τον όρο;
Απάντηση
Η αλήθεια είναι ότι προσωπικά, δεν θα χρησιμοποιούσα τον όρο «γνωστική» για να περιγράψω το βιβλίο μου αυτό, κυρίως λόγω του ότι παραπέμπει σε ένα συγκεκριμένο ιστορικό ρεύμα σκέψης που λίγα μόνο κοινά έχει με το πραγματικό μήνυμα ή με την δομή του φυσικού κόσμου του βιβλίου μου. Συγκεκριμένα, το μυθιστόρημά μου μπορεί να είναι post-apocalyptic, αλλά τοποθετείται με απόλυτη σαφήνεια στο πεδίο της επιστημονικής φαντασίας, καθώς σε αυτό δεν υπάρχει ίχνος μεταφυσικής με την έννοια του όρου που χρησιμοποιείται στην κλασική φαντασία. 
Ναι, η θρησκεία των κατοίκων των Ταρτάρων παίζει βέβαια κομβικό ρόλο στην διαδικασία της κοσμοπλασίας (worldbuilding) του βιβλίου μου, αλλά μόνο ως ένα κατευθυνόμενο κοινωνικό φαινόμενο και μία δικλείδα κοινωνικού ελέγχου. Όπως αναφέρεται σαφώς άλλωστε στο Κεφάλαιο 12 του βιβλίου (χωρίς να κάνω spoiler), η θρησκεία της μητέρας θεάς βασίστηκε σε διάφορες προϋπάρχουσες, ακόμα και προϊστορικές, θρησκευτικές δοξασίες, αλλά σε καμία περίπτωση δεν βασίστηκε σε έναν απόλυτο δυισμό καλού-κακού, όπως αυτός του ιστορικού γνωστικισμού. Στην θρησκεία των ανθρώπων των Ταρτάρων υπάρχουν βέβαια δύο θεϊκές μορφές: ο πατέρας θεός και η μητέρα θεά που ουσιαστικά αποτελούν προσωποποιήσεις του Ουρανού και της Γης (όπως και στην ελληνική μυθολογία). Η βασική διαφορά τους είναι αυτή του αρσενικού ως προς το θηλυκό και όχι του κακού ως προς το καλό. Ο πατέρας θεός τιμωρεί, αλλά δεν θεωρείται από τους πιστούς ως κακός ή ως άδικος, καθώς, σύμφωνα με την επίσημη θρησκεία των Ταρτάρων η οργή του για την έπαρση των Παλαιών ήταν δίκαιη (με έναν τρόπο που θυμίζει λίγο τις Φιάλες της Οργής της Αποκάλυψης του Ιωάννη, της χριστιανικής εσχατολογίας). Ο πατέρας θεός δρα με γνώμονα την δικαιοσύνη (έγκλημα και τιμωρία, για την αποκατάσταση της τάξης), ενώ η μητέρα θεά δρα με γνώμονα την συγχώρεση και την αγάπη (παραβλέπει τις αμαρτίες των παιδιών της και τα σώζει από την οργή του πατέρα θεού). Μπορεί το concept αυτό του πατέρα που τιμωρεί/καταδικάζει και της μητέρας που σώζει να θυμίζει κάπως το μυθικό θεϊκό ζεύγος Κρόνου-Ρέας, αλλά σας υπενθυμίζω ότι και η αρχαία ελληνική μυθική παράδοση δεν πάταγε με τρόπο απόλυτο στις έννοιες του καλού και του κακού, με τον τρόπο που το έκαναν οι μονοθεϊστικές θρησκείες. Ακόμα όμως και σε αυτές τις θρησκείες, τόσο η έννοια της δικαιοσύνης, όσο και αυτή της συγχωρητικής αγάπης συχνά συγχέονται στο πρόσωπο του ίδιου θεϊκού προσώπου, χωρίς κανείς να μπορεί να καθορίσει με σαφήνεια το όριο μεταξύ των δύο, το πού ακριβώς σταματά δηλαδή η μία θεϊκή ιδιότητα και πού ξεκινά η άλλη.
Και όσον αφορά την ίδια την Αίθουσα της Γνώσης του βιβλίου, στην πραγματικότητα το είδος της γνώσης που προσφέρει, μπορεί να έχει τυλιχτεί με τον αέρα μίας μυστηριακής αποκάλυψης (για τα μάτια των αμύητων και μόνο), στην ουσία όμως δεν αποτελεί κάποια γνώση μεταφυσική ή θεολογική, όπως αυτή για την οποία έκαναν ιστορικά λόγο οι γνωστικιστές, αλλά μία γνώση καθαρά ιστορική και επιστημονική. Η δε πεποίθηση ότι η γνώση προορίζεται για λίγους και εκλεκτούς, η οποία σαφώς έχει τις ρίζες της και στον γνωστικισμό, μπορεί να αναπαράγεται στα Τάρταρα του βιβλίου, από τι ιερατείο της μητέρας θεάς, με γνώμονα την διαιώνιση του άδικου κοινωνικού συστήματος και την διασφάλιση της τάξης, αλλά η οπτική της πρωταγωνίστριας του βιβλίου είναι στην πραγματικότητα ακριβώς η αντίθετη, καθώς επιθυμεί την ευρύτερη διάδοση της γνώσης των Παλαιών για το καλό του κοινωνικού συνόλου. Και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο συγκρούεται με τους ισχυρούς του κόσμου της, θέτοντας τον εαυτό της και τους αγαπημένους της σε τεράστιο κίνδυνο. Αλλά ακόμα, η γνώση για τους γνωστικιστές, όπως και στον Χριστιανισμό, ήταν κάτι το σωτήριο. Απλά, σε αντίθεση με την χριστιανική οπτική, οι γνωστικιστές πίστευαν ότι δεν αξίζουν όλοι να σωθούν διά μέσω της γνώσης, αλλά μόνο λίγοι. Στο βιβλίο μου όμως, η γενική αντίληψη είναι ακριβώς η αντίθετη. Η γνώση που προσφέρεται από την Αίθουσα της Γνώσης προβάλλεται ως τρομερή και καταστροφική. Μπορεί να σκοτώσει τον αποδέκτη της επιτόπου (προξενώντας το άμετρο τρόμο) ή να του δημιουργήσει τεράστια ψυχικά τραύματα και αλλοιώσεις του χαρακτήρα του… Η γνώση αυτή είναι κάτι που κανείς σχεδόν δεν θα ήθελε να αποκτήσει, αν είχε το δικαίωμα επιλογής, αλλά που η ανώτερη κάστα είναι υποχρεωμένη να υποστεί βάσει του Ιερού Νόμου, με αποτέλεσμα πολλοί νέοι της κάστας αυτής να παρανοούν ή και να αυτοκτονούν λίγο μετά την είσοδό τους εκεί. Πρόκειται για μία γνώση επίπονη και επικίνδυνη και η Λιζ είναι ένα από τα ελάχιστα άτομα στα Τάρταρα που υποψιάζεται ότι ίσως μέσα σε αυτήν να κρύβεται και κάτι το λυτρωτικό (δεν επεκτείνομαι, γιατί θα γίνει spoiler), με τρόπο ανάλογο με την λυτρωτική ελπίδα που βγήκε τελευταία από το Κουτί της Πανδώρας. Ωστόσο, πρέπει οπωσδήποτε να τονιστεί ότι θέση του βιβλίου (την οποία εκφράζει η κεντρική του ηρωίδα) είναι ότι πρώτον η γνώση -η οποιαδήποτε γνώση- δεν μπορεί να είναι εξ ορισμού κακή, αλλά ότι ο τρόπος με τον οποίο προσφέρεται μπορεί να είναι ανώδυνος ή τραυματικός και ότι δεύτερον, ακόμα και μία τρομερή αλήθεια είναι συγκριτικά καλύτερη από ένα παρηγορητικό ψέμα…
Εν κατακλείδι, είναι αλήθεια ότι πολλές φορές έχω αξιοποιήσει την αγάπη μου για την Ιστορία, προκειμένου να αντλήσω μεμονωμένα πολιτισμικά στοιχεία, για να τα αναδιατάξω σε φανταστικό πολιτισμικό context και να τα χρησιμοποιήσω έτσι στην δόμηση του worldbuilding διαφόρων έργων μου, μηδ’ εξαιρουμένης της «Αίθουσας της Γνώσης». Και το κομμάτι της θρησκείας, με την ευρύτερη έννοια του όρου, είναι ένα θέμα που συχνά προσεγγίζω στο πλαίσιο της κοσμοπλασίας, για να κάνω τις κοινωνίες που περιγράφω πιο ζωντανές και πιο ξεχωριστές. Άλλωστε οι περισσότεροι πολιτισμοί, κάποια στιγμή στην ιστορία τους ανέπτυξαν κάποια σαφή ανάγκη σύνδεσης του ανθρώπου με το μεταφυσικό, ασχέτως του αν στράφηκαν στον ανιμισμό, τον πολυθεϊσμό ή τον μονοθεϊσμό κι ασχέτως του αν άφησαν ελεύθερη την θρησκευτικότητα των μελών τους ή αν την όρισαν αυστηρά μέσω δογμάτων. Παρά την ύπαρξη ωστόσο κάποιων στοιχείων στην θρησκεία της μητέρας θεάς και στην κοσμοθεωρία των ανθρώπων των Ταρτάρων που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ίσως και ως εμπνευσμένα από τον γνωστικισμό (αν και μιλάμε σαφώς για απλά, μεμονωμένα στοιχεία όπως η έννοια των δύο θεοτήτων και ο περιορισμός της πρόσβασης σε μία απόκρυφη γνώση, όχι για κάποια δέσμη ιδεών), ο κόσμος μέσα στον οποίο τοποθετείται η πλοκή δεν έχει τίποτα το πραγματικά μεταφυσικό, με την θεολογική έννοια του όρου, ενώ η όποια θρησκευτικότητα των κατοίκων των Ταρτάρων αντιμετωπίζεται μόνο ως ένα φαινόμενο κοινωνικό (χαρακτηρίζει την κοινωνία), ψυχολογικό (επιδρά στην ψυχολογία των χαρακτήρων) και εξουσιαστικό (με την έννοια ότι χρησιμοποιείται για την έμμεση άσκηση εξουσίας). Για να το θέσω με τον απλούστερο δυνατό τρόπο (χωρίς σημαντικά spoiler), το αν κάποιοι χαρακτήρες του βιβλίου επιλέγουν να βλέπουν τον κόσμο τους μέσα από μία πιο «γνωστικιστική» μεταφυσική οπτική, σε καμία περίπτωση δεν επηρεάζει τον σαφώς μη-classical fantasy τρόπο με τον οποίο έχω δομήσει, ως συγγραφέας, τον κόσμο αυτό, ο οποίος, ανήκοντας στην κατηγορία της soft επιστημονικής φαντασίας, χαρακτηρίζεται από την απουσία της πραγματικής μεταφυσικής, που νομίζω θα ήταν προϋπόθεση απαραίτητη για να χαρακτηριστεί ένα βιβλίο ως «γνωστικό post-apocalyptic».

Κάνατε  πρώτη παρουσίαση το βιβλίο σας στο Λογοτεχνικό φεστιβάλ Όψεις του Φανταστικού στις 14 Μαΐου στην Αθήνα. Μιλήστε μας για την εμπειρία σας από το φεστιβάλ. 
Απάντηση
Η συμμετοχή μου στις Όψεις του Φανταστικού στην Αθήνα ήταν μία πραγματικά υπέροχη εμπειρία, καθώς είχα την χαρά να μιλήσω για το καινούργιο μου μυθιστόρημα και για τα δύο παλαιότερα βιβλία μου στον κόσμο, καθώς και να αλληλοεπιδράσω μαζί του. Σε μία εποχή όπου η προβολή των νέων ελληνόφωνων συγγραφέων είναι δυστυχώς εξαιρετικά περιορισμένη, είναι παρήγορο ότι έχουν καθιερωθεί θεσμοί όπως οι Όψεις του Φανταστικού, που φέρνουν κοντά όλους όσους αγαπάμε την λογοτεχνία του φανταστικού και προάγουν την φιλαναγνωσία και την υγιή ανταλλαγή ιδεών μεταξύ των Ελλήνων και Κυπρίων συγγραφέων και ποιητών. 
Τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω και από εδώ όλους όσους ήρθαν στην παρουσίαση των βιβλίων μου. 





Σε ευχαριστούμε για τον χρόνο σας. Κάτι τελευταίο που θα θέλατε να πείτε στους αναγνώστες μας; 
Απάντηση
Εγώ σας ευχαριστώ για την δυνατότητα που μου δίνετε να απευθυνθώ στους αναγνώστες σας και να τους μιλήσω για το έργο μου.
Αυτό που θα ήθελα να πω και το οποίο αφορά την επιλογή της post-apocalyptic δυστοπίας για την θεματολογία του βιβλίου μου αυτού, είναι ότι κάθε συγγραφέας επηρεάζεται καθοριστικά από την κοινωνία μέσα στην οποία ζει και από την κατάσταση στην οποία αυτή βρίσκεται. Σε εποχές ακμής και ευημερίας, ήταν σύνηθες το φαινόμενο τα έργα της επιστημονικής φαντασίας να τείνουν κατά κανόνα προς την ουτοπία. Σε καιρούς πάλι παρακμής και οπισθοχώρησης του πολιτισμού, όπως ο δικός μας, η δυστοπία μοιάζει ως κάτι πολύ πιο κοντινό και οικείο. Και πράγματι, όταν κανείς έχει ζήσει το πέρασμα μίας φονικής πανδημίας και βρίσκεται υπό την συνεχή απειλή του ξεσπάσματος μίας νέας παγκόσμιας σύρραξης, δύσκολα μπορεί να παραμένει αισιόδοξος…
Και για έναν συγγραφέα ή ποιητή του φανταστικού, αυτό ανοίγει τέσσερεις πιθανούς δρόμους. Ο ένας είναι να αφήσει την θλίψη και την απογοήτευση να σιγήσουν την πένα του, παύοντας την δημιουργική του δραστηριότητα -κάτι που μπορώ να καταλάβω, αλλά που κατά την ταπεινή μου γνώμη, δεν αποτελεί λύση. 
Ο δεύτερος είναι η κόντρα στο ρεύμα προσκόλληση στην ουτοπία, το να πεις δηλαδή στον αναγνώστη ότι «δεν με νοιάζει πώς είναι η εξωτερική πραγματικότητα. Εγώ θα φτιάξω ένα ονειρεμένο φανταστικό καταφύγιο μακριά της. Όσοι πιστοί προσέλθετε!» 
Ο τρίτος είναι ο πλήρης εναγκαλισμός της δυστοπίας, το να μιλάμε δηλαδή για ένα καταστροφικό μέλλον, αλλά με τρόπο που να εστιάζει υπερβολικά στο γεγονός της καταστροφής, στην ματαιότητα του αγώνα για την επιβίωση ή ακόμα και στο ποιος φταίει για την καταστροφή (συνήθως σε αυτήν την προσέγγιση η ίδια η ανθρωπότητα), χωρίς κανένα στοιχείο λύτρωσης από το κακό -κάτι που σε υπερβολικές περιπτώσεις φτάνει μέχρι την τελική αποδοχή της αναγκαιότητας του αφανισμού της ανθρωπότητας. 
Ο τέταρτος και τελευταίος δρόμος όμως, τον οποίο και γενικά επιλέγω είναι η προβολή της καταστροφής ως εμποδίου προς υπέρβαση για τους χαρακτήρες του βιβλίου και ως μέτρου της ψυχικής τους δύναμης. Στην περίπτωση αυτή, οι ήρωες της ιστορίας βρίσκονται σε μία δυστοπική κατάσταση την οποία καλούνται να υπερβούν, αναζητώντας μία έξοδο (για αυτούς και τους συνανθρώπους τους) που να οδηγεί από την δυστοπία στην ουτοπία. Μπορεί να αντιμετωπίζουν δυσκολίες, στεναχώριες και πόνους που δοκιμάζουν στο έπακρο τις αντοχές τους, αλλά αυτό αποτελεί μέρος του ηθικού τους θριάμβου· το ότι μπροστά στα πιο δύσκολα δεν λύγιζαν ή, αν λύγισαν για λίγο (από ανθρώπινη αδυναμία), σηκώθηκαν ξανά για να συνεχίσουν τον αγώνα. 
Διότι αυτού του είδους οι ήρωες είναι κατά την γνώμη μου αυτό που χρειάζεται το σημερινό αναγνωστικό κοινό και γενικότερα η σημερινή κοινωνία. Ήρωες που να αντιμετωπίζουν τον δυστοπικό εφιάλτη, να στιγματίζονται απ’ αυτόν (διότι σαφώς τους αγγίζει), να πονάνε οι ίδιοι και να πονάνε και ως απόρροια του πόνου του άλλου, να έχουν μέσα τους αξίες και βαθύτερους, ευγενείς σκοπούς και να μένουν πιστοί σ’ αυτούς, να λυγίζουν ίσως κάποτε από το βάρος των καταστάσεων, αλλά να σηκώνονται και πάλι και τελικά να λύνουν τα φαινομενικά άλυτα, θριαμβεύοντας επί του εφιάλτη με την τελική τους νίκη ή με τον θάνατό τους. Γιατί το μήνυμα που δίνουν αυτοί οι ήρωες στον αναγνώστη είναι το εξής: «Δεν θα σου “χρυσώσω το χάπι”. Ναι, οι καταστάσεις είναι ζοφερές. Ναι, το μέλλον κρύβει κινδύνους. Αλλά δεν πρέπει να πτοούμαστε από αυτά. Πρέπει να παλεύουμε για το καλύτερο με όλες μας τις δυνάμεις και να μην ξεχνάμε αυτό που πραγματικά σημαίνει να είμαστε Άνθρωποι. Ό,τι μπορεί να το κάνει ένας, μπορεί να το κάνει κι ο καθένας, αν το θελήσει κι αν το πιστέψει αρκετά. Μην απογοητεύεσαι, λοιπόν. Μπορείς να γίνεις η αλλαγή που περιμένεις!» (Ας σημειωθεί ότι η τελευταία φράση που κάθε άλλο παρά τυχαία επιλέχθηκε, αποτελεί παράφραση γνωμικού που αποδίδεται στον Mahatma Gandhi, τον πατέρα της σύγχρονης Ινδίας, που αποδυνάμωσε σημαντικά με την πολιτική του τις απαρχαιωμένες επιταγές του εκεί προϋπάρχοντος καστικού συστήματος· μία ιστορία πραγματική που συνέβαλλε ως πηγή ιστορικής έμπνευσης για την «Αίθουσα της Γνώσης») 
Υπό αυτό το πρίσμα άλλωστε, ακόμα και μία ιστορία που ξεκινά σε έναν δυστοπικό κόσμο, μπορεί να εκπέμπει ένα μήνυμα πολύ πιο αισιόδοξο απ’ ό,τι πολλές ιστορίες που προβάλλουν την ουτοπία: το ότι δεν υπάρχει ισχυρότερη φυσική δύναμη στο Σύμπαν από την ίδια την ανθρώπινη θέληση!

Το βιβλίο μπορείτε να το αγοράσετε άμεσα από το online βιβλιοπωλείο των εκδόσεων μας
https://www.universepaths.com/product-page/%CE%B7-%CE%B1%CE%AF%CE%B8%CE%BF%CF%85%CF%83%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B3%CE%BD%CF%8E%CF%83%CE%B7%CF%82-%CE%BB%CE%B5%CF%89%CE%BD%CE%AF%CE%B4%CE%B1%CF%82-%CE%B2%CE%B1%CF%83%CE%AF%CE%BB%CE%B5%CE%B9%CE%BF%CF%82-%CE%BC%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%AC%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%B7%CE%B3%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B1-post-apocalyptic


Τα βιβλία μας και το περιοδικό μας κυκλοφορούν σε όλα τα ενημερωμένα βιβλιοπωλεία στην Ελλάδα και στην Κύπρο. 
Κεντρικό σημείο διανομής και πώλησης στην Ελλάδα
Βιβλιοπωλείο ΠΑΡ ΗΜΙΝ, Τρικούπη Χαριλάου 11Α, Αθήνα, 10679
Τηλέφωνο: 2103802542
Κεντρικό σημείο διανομής και πώλησης στην Κύπρο
Parga,
Λεωφ,Τσερίου 94 Στρόβολος, τηλ. 22327740