ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΤΟΥ ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΟΥ
(Βιβλιοπωλείο Μπαρμπουνάκη, Μητρ. Ιωσήφ 18, Θεσ/κη 23.11.2011, ώρα 18.00)
Ευχαριστώ που με ανεχθήκατε,
Σίμος Κερασίδης
(Βιβλιοπωλείο Μπαρμπουνάκη, Μητρ. Ιωσήφ 18, Θεσ/κη 23.11.2011, ώρα 18.00)
Αγαπητοί φίλοι επειδή πάντοτε πιστεύαμε και συνεχίζουμε να πιστεύουμε ότι τα πολύτιμα κείμενα και η δημιουργική δουλεία δεν πρέπει να μένουν ποτέ στην αφάνεια θα αρχίσουμε να δημοσιεύουμε στο blog μας τα κείμενα που γράφτηκαν για τις Όψεις του Φανταστικού 2011. Το παρακάτω κείμενο είναι από την μεγάλη συζήτηση που έγινε στον Μπαρμουνάκη, στην Θεσσαλονίκη.
Στις περισσότερες από τις Ευρωπαϊκές χώρες τις οποίες έχω κατά καιρούς επισκεφτεί συνάντησα ανθρώπους που κρατούσαν ένα βιβλίο στο χέρι -είτε στα τραίνα ήταν αυτό, είτε στα μετρό, είτε στις καφετερίες και στα παγκάκια των πάρκων- και αυτόματα τους συνέκρινα με τους συμπατριώτες μου του καφενείου του γηπέδου και της τηλεόρασης καταλήγοντας κι εγώ στην κοινή (κλισέ) διαπίστωση ότι ο Έλληνας δεν διαβάζει.
Αν και ξεκινώ πεσιμιστικά τη συμμετοχή μου στη συζήτηση για ‘Το παρόν και το μέλλον της Ελληνικής λογοτεχνίας του Φανταστικού’, παρ’ όλα αυτά, η επίπονη σύγκριση και ο συνδυασμός διαφόρων ιδεών μου τις οποίες θα αναφέρω ευθύς αμέσως, εκτόπισαν την απαισιοδοξία μου.
Οι αρχαίοι ημών πρόγονοι πλανιόνταν στους κόσμους της φαντασίας και κατάφεραν να κοινολογήσουν τη δημιουργική ικανότητα του πνεύματός τους σ’ ολόκληρο τον κόσμο με αποτέλεσμα, μέχρι και σήμερα, όλοι να γνωρίζουν για τους Άθλους του Ηρακλή, τους Αργοναύτες, τον Τρωικό Πόλεμο, την Οδύσσεια, κλπ. Οι περίφημοι αυτοί μύθοι συνάρπασαν διάσημους ξένους συγγραφείς, τον Ρόμπερτ Γκρέιβς, τη Μαίρη Ρενό, που ασχολήθηκαν με την απομυθοποίησή τους, ο πρώτος απομυθοποίησε τους άθλους του Ηρακλή, η δεύτερη την Αργοναυτική Εκστρατεία καταρρίπτοντας τον μύθο του Χρυσόμαλλου Δέρατος και εξηγώντας ότι οι κάτοικοι της Κολχίδας στερέωναν προβιές προβάτων στον πυθμένα του Φάση για να σκαλώσουν πάνω τους τα ψήγματα χρυσού που κυλούσαν στον ποταμό.
Οι νεότεροι Έλληνες, παρά τα δεινά που κατά καιρούς συσσωρεύτηκαν στην καμπούρα τους –τουρκοκρατία, μικρασιατική καταστροφή,- εμπλούτισαν κι αυτοί τις δεισιδαιμονίες τους με τους καλικάντζαρους, τους δράκους και τις αλουστίνες, με αποτέλεσμα η ελληνική παράδοση να βρίθει από παρόμοια διηγήματα του Καρκαβίτσα, του Βιζυηνού, του Παπαδιαμάντη.
Οι σημερινοί Έλληνες, μετά την ανάπτυξη της τεχνολογίας, έχουν σχεδόν εξοντωθεί από τους ταχύτερους ρυθμούς της καθημερινής ζωής –τα παιδιά και οι άνηβοι από τα ανούσια απαράδεκτα και καταπιεστικά καλούπια παιδείας- οπότε, στον περιορισμένο ελεύθερο χρόνο τους, πασχίζουν να βρουν τρόπους να ξεφύγουν, να ασχοληθούν με κάτι άλλο πέρα από την ανάγνωση μυθιστορημάτων ή διηγημάτων συμβατικών Ελλήνων συγγραφέων τα οποία θα τους επανέφεραν στη ρουτίνα της καθημερινότητας.
Αυτοί οι συνειρμοί μου συνετέλεσαν στην απομάκρυνση της απαισιοδοξίας που προανέφερα, γιατί ο καταπονημένος σύγχρονος Έλληνας -αποφεύγω να αναφερθώ στη σημερινή οικτρή πραγματικότητα γιατί θα ανοίξω τους ασκούς του Αιόλου- ο Έλληνας στου οποίου τα ενδιαφέροντα συμπεριλαμβάνεται και το διάβασμα, θα καταφύγει σε ανάγνωσμα του φανταστικού για να ξεκολλήσει παροδικά από το τέλμα της κρίσης.
Παραθέτοντας τον όρο ‘φανταστικό’, θέλω να διευκρινίσω ότι αναφέρομαι περισσότερο στην Επιστημονική Φαντασία και όχι στα άλλα δύο παρεμφερή είδη μυθοπλασίας που εμπλέκονται στη λέξη, όπως είναι η μαγεία και ο τρόμος. Επιστημονική Φαντασία είναι, όπως λέει ο συγγραφέας Χιούγκο Γκέρνσμπακ, ένα ελκυστικό αφήγημα εμπλουτισμένο με επιστημονικά δεδομένα και προφητική ενόραση, και σ’ αυτό πιστεύω ότι θα προσφύγει ο σημερινός Έλληνας.
Βιβλία Επιστημονικής Φαντασίας στον διεθνή χώρο πρωτοεμφανίστηκαν τη δεκαετία 1930 και οι σημαντικότεροι εκπρόσωποί τους είναι ο Άλντους Χάξλεϊ, ο Άρθουρ Κλαρκ, ο Ισαάκ Ασίμοφ και ο Ρέι Μπράντμπερι, ενώ αίσθηση έχει προκαλέσει ο κατά πολύ νεότερός τους (αν και όχι συγγραφέας αμιγούς sci-fi) Τζορτζ Μάρτιν με την πετυχημένη σειρά βιβλίων του ‘Ένα Τραγούδι Πάγου και Φωτιάς’, μέρος του οποίου είναι η δημοφιλής σε Αμερική και Ευρώπη τηλεοπτική σειρά ‘Game of Thrones’.
Μερικοί από τους λίγους σύγχρονους Έλληνες συγγραφείς του φανταστικού –τουλάχιστον αυτούς που εγώ γνωρίζω από διηγήματα και μυθιστορήματά τους- είναι ο Μάκης Πανώριος, ο Διαμαντής Φλωράκης (Επιστροφή στο Μέλλον, Εισβολή στο Αύριο), ο Νίκος Βλαντής και ο Μιχάλης Μανωλιός (Σάρκινο Φρούτο). Οι συγγραφείς αυτοί σνομπάρονται από τους σοβαροφανείς συναδέλφους τους που τους θεωρούν, τουλάχιστον, γραφικούς. Πολλοί από τους συμβατικούς δημιουργούς μιμούνται τον Έσε και τον Μπόρχες γράφοντας βαρύγδουπα βιβλία φανταστικού ρεαλισμού τα ποία γίνονται αποδεκτά από τους σοβαροφανείς εκδοτικούς οίκους.
Δεν συμβαίνει βέβαια το ίδιο στη διεθνή αγορά. Ο Τόλκιν του Άρχοντα των Δαχτυλιδιών, ο Κεν Φόλετ των Στυλοβατών της Γης, ο Φρανκ Χέμπερτ του Ντιουν δεν θεωρούνται παραλογοτέχνες από τους συμβατικούς συναδέλφους τους, τη νομπελίστρια Τόνι Μόρισον, τον Φίλιπ Ροθ, ή τον Ίαν Μακ Γιούαν.
Με αυτή την εγχώρια στενότητα αντίληψης, οι Ελληνικοί εκδοτικοί οίκοι που αναλαμβάνουν το ρίσκο να εκδώσουν διηγήματα και μυθιστορήματα Επιστημονικής Φαντασίας ή βιβλία με παρόμοια θεματολογία μετρούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού - ΑΙΟΛΟΣ, ΑΝUΒΙS, ΤΡΙΤΩΝ, για να αναφέρω τρεις από αυτούς.
Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας για την παραγωγή και προώθηση βιβλίων του ‘φανταστικού’ στη χώρα μας είναι η εκτύπωση βιβλίων σε μέγεθος pocket-book, άγνωστα στη σημερινή ελληνική αγορά αλλά πολύ πιο εύχρηστα στην ανάγνωση σε σύγκριση με τα σημερινά συμβατικά ογκώδη, για να μην αναφέρω το σπουδαιότερο απ’ όλα, το χαμηλό τους κόστος και τη μειωμένη τιμή πώλησης που θα τα κάνει πιο προσιτά στον μέσο Έλληνα αγοραστή.
Σαν απαύγασμα των σκέψεών μου θεωρώ ότι οι ελληνικοί εκδοτικοί οίκοι πρέπει να κατανοήσουν ότι και οι εγχώριοι συγγραφείς του ‘φανταστικού’ βρίσκονται στα ίδια επίπεδα με τους υπόλοιπους συναδέλφους τους και θα πρέπει να αντιμετωπίζονται επί ίσοις όροις. Οι ελληνικοί εκδοτικοί οίκοι θα πρέπει να σταματήσουν να μεταφράζουν ξένα fantasy μυθιστορήματα που προωθούν τους κέλτικους και σκανδιναβικούς μύθους οι οποίοι είναι ξένο σώμα στην ελληνική επικράτεια και να ασχοληθούν με τους δημιουργούς και εκφραστές της τόσο πλούσιας σε φαντασία ελληνικής παράδοσης.
Αισιοδοξώ ότι κάποτε θα πετάξουμε τις παρωπίδες μας και θα δούμε το πρόβλημα σφαιρικά. Η ανηφόρα είναι δύσκολη και κακοτράχαλη αλλά, ουδέν κακόν αμιγές καλού.
Αν και ξεκινώ πεσιμιστικά τη συμμετοχή μου στη συζήτηση για ‘Το παρόν και το μέλλον της Ελληνικής λογοτεχνίας του Φανταστικού’, παρ’ όλα αυτά, η επίπονη σύγκριση και ο συνδυασμός διαφόρων ιδεών μου τις οποίες θα αναφέρω ευθύς αμέσως, εκτόπισαν την απαισιοδοξία μου.
Οι αρχαίοι ημών πρόγονοι πλανιόνταν στους κόσμους της φαντασίας και κατάφεραν να κοινολογήσουν τη δημιουργική ικανότητα του πνεύματός τους σ’ ολόκληρο τον κόσμο με αποτέλεσμα, μέχρι και σήμερα, όλοι να γνωρίζουν για τους Άθλους του Ηρακλή, τους Αργοναύτες, τον Τρωικό Πόλεμο, την Οδύσσεια, κλπ. Οι περίφημοι αυτοί μύθοι συνάρπασαν διάσημους ξένους συγγραφείς, τον Ρόμπερτ Γκρέιβς, τη Μαίρη Ρενό, που ασχολήθηκαν με την απομυθοποίησή τους, ο πρώτος απομυθοποίησε τους άθλους του Ηρακλή, η δεύτερη την Αργοναυτική Εκστρατεία καταρρίπτοντας τον μύθο του Χρυσόμαλλου Δέρατος και εξηγώντας ότι οι κάτοικοι της Κολχίδας στερέωναν προβιές προβάτων στον πυθμένα του Φάση για να σκαλώσουν πάνω τους τα ψήγματα χρυσού που κυλούσαν στον ποταμό.
Οι νεότεροι Έλληνες, παρά τα δεινά που κατά καιρούς συσσωρεύτηκαν στην καμπούρα τους –τουρκοκρατία, μικρασιατική καταστροφή,- εμπλούτισαν κι αυτοί τις δεισιδαιμονίες τους με τους καλικάντζαρους, τους δράκους και τις αλουστίνες, με αποτέλεσμα η ελληνική παράδοση να βρίθει από παρόμοια διηγήματα του Καρκαβίτσα, του Βιζυηνού, του Παπαδιαμάντη.
Οι σημερινοί Έλληνες, μετά την ανάπτυξη της τεχνολογίας, έχουν σχεδόν εξοντωθεί από τους ταχύτερους ρυθμούς της καθημερινής ζωής –τα παιδιά και οι άνηβοι από τα ανούσια απαράδεκτα και καταπιεστικά καλούπια παιδείας- οπότε, στον περιορισμένο ελεύθερο χρόνο τους, πασχίζουν να βρουν τρόπους να ξεφύγουν, να ασχοληθούν με κάτι άλλο πέρα από την ανάγνωση μυθιστορημάτων ή διηγημάτων συμβατικών Ελλήνων συγγραφέων τα οποία θα τους επανέφεραν στη ρουτίνα της καθημερινότητας.
Αυτοί οι συνειρμοί μου συνετέλεσαν στην απομάκρυνση της απαισιοδοξίας που προανέφερα, γιατί ο καταπονημένος σύγχρονος Έλληνας -αποφεύγω να αναφερθώ στη σημερινή οικτρή πραγματικότητα γιατί θα ανοίξω τους ασκούς του Αιόλου- ο Έλληνας στου οποίου τα ενδιαφέροντα συμπεριλαμβάνεται και το διάβασμα, θα καταφύγει σε ανάγνωσμα του φανταστικού για να ξεκολλήσει παροδικά από το τέλμα της κρίσης.
Παραθέτοντας τον όρο ‘φανταστικό’, θέλω να διευκρινίσω ότι αναφέρομαι περισσότερο στην Επιστημονική Φαντασία και όχι στα άλλα δύο παρεμφερή είδη μυθοπλασίας που εμπλέκονται στη λέξη, όπως είναι η μαγεία και ο τρόμος. Επιστημονική Φαντασία είναι, όπως λέει ο συγγραφέας Χιούγκο Γκέρνσμπακ, ένα ελκυστικό αφήγημα εμπλουτισμένο με επιστημονικά δεδομένα και προφητική ενόραση, και σ’ αυτό πιστεύω ότι θα προσφύγει ο σημερινός Έλληνας.
Βιβλία Επιστημονικής Φαντασίας στον διεθνή χώρο πρωτοεμφανίστηκαν τη δεκαετία 1930 και οι σημαντικότεροι εκπρόσωποί τους είναι ο Άλντους Χάξλεϊ, ο Άρθουρ Κλαρκ, ο Ισαάκ Ασίμοφ και ο Ρέι Μπράντμπερι, ενώ αίσθηση έχει προκαλέσει ο κατά πολύ νεότερός τους (αν και όχι συγγραφέας αμιγούς sci-fi) Τζορτζ Μάρτιν με την πετυχημένη σειρά βιβλίων του ‘Ένα Τραγούδι Πάγου και Φωτιάς’, μέρος του οποίου είναι η δημοφιλής σε Αμερική και Ευρώπη τηλεοπτική σειρά ‘Game of Thrones’.
Μερικοί από τους λίγους σύγχρονους Έλληνες συγγραφείς του φανταστικού –τουλάχιστον αυτούς που εγώ γνωρίζω από διηγήματα και μυθιστορήματά τους- είναι ο Μάκης Πανώριος, ο Διαμαντής Φλωράκης (Επιστροφή στο Μέλλον, Εισβολή στο Αύριο), ο Νίκος Βλαντής και ο Μιχάλης Μανωλιός (Σάρκινο Φρούτο). Οι συγγραφείς αυτοί σνομπάρονται από τους σοβαροφανείς συναδέλφους τους που τους θεωρούν, τουλάχιστον, γραφικούς. Πολλοί από τους συμβατικούς δημιουργούς μιμούνται τον Έσε και τον Μπόρχες γράφοντας βαρύγδουπα βιβλία φανταστικού ρεαλισμού τα ποία γίνονται αποδεκτά από τους σοβαροφανείς εκδοτικούς οίκους.
Δεν συμβαίνει βέβαια το ίδιο στη διεθνή αγορά. Ο Τόλκιν του Άρχοντα των Δαχτυλιδιών, ο Κεν Φόλετ των Στυλοβατών της Γης, ο Φρανκ Χέμπερτ του Ντιουν δεν θεωρούνται παραλογοτέχνες από τους συμβατικούς συναδέλφους τους, τη νομπελίστρια Τόνι Μόρισον, τον Φίλιπ Ροθ, ή τον Ίαν Μακ Γιούαν.
Με αυτή την εγχώρια στενότητα αντίληψης, οι Ελληνικοί εκδοτικοί οίκοι που αναλαμβάνουν το ρίσκο να εκδώσουν διηγήματα και μυθιστορήματα Επιστημονικής Φαντασίας ή βιβλία με παρόμοια θεματολογία μετρούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού - ΑΙΟΛΟΣ, ΑΝUΒΙS, ΤΡΙΤΩΝ, για να αναφέρω τρεις από αυτούς.
Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας για την παραγωγή και προώθηση βιβλίων του ‘φανταστικού’ στη χώρα μας είναι η εκτύπωση βιβλίων σε μέγεθος pocket-book, άγνωστα στη σημερινή ελληνική αγορά αλλά πολύ πιο εύχρηστα στην ανάγνωση σε σύγκριση με τα σημερινά συμβατικά ογκώδη, για να μην αναφέρω το σπουδαιότερο απ’ όλα, το χαμηλό τους κόστος και τη μειωμένη τιμή πώλησης που θα τα κάνει πιο προσιτά στον μέσο Έλληνα αγοραστή.
Σαν απαύγασμα των σκέψεών μου θεωρώ ότι οι ελληνικοί εκδοτικοί οίκοι πρέπει να κατανοήσουν ότι και οι εγχώριοι συγγραφείς του ‘φανταστικού’ βρίσκονται στα ίδια επίπεδα με τους υπόλοιπους συναδέλφους τους και θα πρέπει να αντιμετωπίζονται επί ίσοις όροις. Οι ελληνικοί εκδοτικοί οίκοι θα πρέπει να σταματήσουν να μεταφράζουν ξένα fantasy μυθιστορήματα που προωθούν τους κέλτικους και σκανδιναβικούς μύθους οι οποίοι είναι ξένο σώμα στην ελληνική επικράτεια και να ασχοληθούν με τους δημιουργούς και εκφραστές της τόσο πλούσιας σε φαντασία ελληνικής παράδοσης.
Αισιοδοξώ ότι κάποτε θα πετάξουμε τις παρωπίδες μας και θα δούμε το πρόβλημα σφαιρικά. Η ανηφόρα είναι δύσκολη και κακοτράχαλη αλλά, ουδέν κακόν αμιγές καλού.
Ευχαριστώ που με ανεχθήκατε,
Σίμος Κερασίδης