Η ΒΡΟΧΗ, Μαρία-Έλενα Γουαντέτσκα - Παπαδόγκωνα
Είμαι η βροχή που κλαίει
Στα ξεχαρβαλωμένα – Κεραμίδια
Τις ψάθινες τις στέγες – Μιας παράγκας,
Στην Αφρική και την Μόρια,
Στα περιθώρια – Και τις παρενθέσεις,
Τις ετήσιες εκθέσεις
Των Οργανισμών – Εθνών,
Ηνωμένων – Διεθνών.
Φρακάρουν – Τα διαδίκτυα
Ξεχειλίζουν – Τα λούκια.
Στάζουν της βροχής οι στάλες,
Σε χώρες - Άλλες,
Στους τσίγκους – Της Χιλής,
Και της ΑργεντινήςΤο ελλενίτ – Μουχλιάζει
Στο Μανάος – Κακοκαιρία
Και στην Αγγλία.
Τα ορυχεία – Άδεια.
Έντονες βροχοπτώσεις
Στις καλαμιές – Που κρύβονται
Οι Βιετκόγκ – Στην Σιβηρία,
Έγιναν μούσκεμα – Οι εξόριστοι.
Βρέχει – Ασταμάτητα
Στα χαρακώματα και
Τα αναχώματα – Στην λάσπη
Και την λάμψη – Ενός φάρου,
Ενέδρα και παγίδα,
Στην καταιγίδα - Για τα πλοία,
Οι φωτιές – Στους βράχους,
Στην Μάνη και την – Ιρλανδία,
Η φλόγα ενός τσιγάρου,
Φαντάρου – Στην σκοπιά
Την τελευταία – Ακραία
Μέτρα – Δεν ελήφθησαν.
-4-
Πνιγμένο το στρατόπεδο
Στους καπνούς – Βροχή
Ασθενής – Δεν έσωσε
Τους κρατουμένους.
Σε τεράστιους – Κλιβάνους
Αποτεφρώθησαν – Συγκεντρωμένοι,
Ελάχιστοι - Έως κανείς,
Οι επιζήσαντες.