Αγαπητοί φίλοι επειδή πάντοτε πιστεύαμε και συνεχίζουμε να πιστεύουμε ότι τα πολύτιμα κείμενα και η δημιουργική δουλεία δεν πρέπει να μένουν ποτέ στην αφάνεια θα αρχίσουμε να δημοσιεύουμε στο blog μας τα κείμενα που γράφτηκαν για τις Όψεις του Φανταστικού 2011. Το παρακάτω κείμενο είναι από την μεγάλη συζήτηση που έγινε στον Μπαρμουνάκη, στην Θεσσαλονίκη.
Το παρόν και το μέλλον
της Ελληνικής Επιστημονικής Φαντασίας
του Δημήτρη Σπυρίδωνος
της Ελληνικής Επιστημονικής Φαντασίας
του Δημήτρη Σπυρίδωνος
Η σύγχρονη ελληνική ΕΦ έχει παρόμοια χαρακτηριστικά και ξεκαρδιστικά αστείες ομοιότητες με την ελληνική οικονομία. Και οι δύο κινούνται στη σφαίρα του φανταστικού, είναι αιθέριες, νεφελώδεις, ισχνές και ωχρές οντότητες, με τυχαίες μόνο και μη συστηματικές εκλάμψεις, ενώ αμφότερες επιβιώνουν μέχρι τούδε με δανεικά και δάνεια.
Επικεντρωνόμαστε τώρα μόνο στην ελληνική ΕΦ, η οποία αποτελεί κατά βάση «πράξη μιμήσεως». Θα συναντήσουμε ήρωες με όνομα, Τζον, Τζακ, Ντέιβιντ κ.ά. σε ιστορίες Ελλήνων συγγραφέων και σπανίως ο ήρωας θα ονομάζεται Βαγγέλης. Δεν το λέμε επικριτικά και ούτε μας ενδιαφέρει μια εγχώρια προσδιοριστική ιδιαιτερότητα. Έτσι κι αλλιώς, η ενασχόληση στον τόπο μας με το συγκεκριμένο είδος (και λιγότερο με τα συγγενή, αλλά εξ αγχιστείας, είδη) αποτελεί πράξη ηρωισμού. Ηρωικοί μικροί εκδότες αναλαμβάνουν το οικονομικό ρίσκο και επιμένουν να εκδίδουν έργα ΕΦ ελλήνων συγγραφέων, οι οποίοι επιδεικνύουν ισόποσο ηρωισμό και αυταπάρνηση γράφοντας έργα του συγκεκριμένου είδους αντί την γνωστή προσοδοφόρα λογοτεχνία για ψύλλου πήδημα, με έμφαση στο τελευταίο.
Ξεκινήσαμε, όπως αρεσκόμεθα, ανάποδα• με το συμπέρασμα πρώτο, αλλά όπως ίσως παρατηρήσατε δεν περιλαμβάνεται το έτερο σκέλος του θέματος για το μέλλον. Εδώ, όμως, ταιριάζουν οι στίχοι του μεγάλου T. S. Eliot: «Χρόνος παρών, και χρόνος παρελθών, ίσως κι οι δυο τους έγκλειστοι σε χρόνο παρελθόντα». Και αν νομίζετε ότι με αυτή την οπισθοβατική κίνηση από το αυτονόητο στο ακατανόητο, προσπαθούμε να υπεκφύγουμε της αναφοράς μας στο μέλλον, έχετε δίκιο. Ανησυχούμε για το μέλλον της ελληνικής ΕΦ, άλλωστε και τα υπάρχοντα στοιχεία που θα μπορούσαμε να στηριχτούμε για πρόβλεψη δεν είναι παρά Greek statistics. Αντί γι’ αυτό θα κάνουμε μια μικρή αναδρομή στο παρελθόν, για να αναδείξουμε τις ιδιαιτερότητες της ελληνικής επιστημονικής φαντασίας. Εν’ αρχή ήν ο Λόγος και όλα άρχισαν με μια μεγάλη έκρηξη… Οκ, περιορίζουμε το χρονικό εύρος της αναφοράς μας για λόγους οικονομίας του κειμένου. Έχοντας ως υπόθεση εργασίας δεδομένη την ιστορική συνέχεια, ο ελληνικός κόσμος βρισκόταν στην επιστημονική και τεχνολογική πρωτοπορία από την κλασσική εποχή έως και τον 11ο αιώνα μ.Χ. Τότε με το δεύτερο σχίσμα των εκκλησιών και την επικράτηση του κινήματος των ησυχαστών, το πραγματικό ή έστω φαντασιακό έθνος περιχαρακώθηκε στον εσωτερισμό της καθ’ ημάς Ανατολής, ενώ τα επιστημονικά και τεχνολογικά επιτεύγματα ταυτίστηκαν κατά κύριο λόγο με την αιρετική Δύση και, ως εκ τούτου, η ενασχόληση με αυτά περιθωριοποιήθηκε και έχασε την αρμόζουσα κοινωνική αίγλη. Αφήνοντας πίσω τα απωθημένα και από τη μνήμη μας σκοτεινά χρόνια της οθωμανοκρατίας, και την έκλαμψη του ελληνικού διαφωτισμού φτάνουμε στο σύγχρονο εθνικό ελληνικό κράτος και στην εποχή μας, με την ίδια νοοτροπία. Η ΕΦ ως το κατεξοχήν λογοτεχνικό είδος που στηρίζεται θεματικά στην επιστήμη και στην τεχνολογία θεωρείται επίμονα μη ισότιμο είδος αν όχι παραλογοτεχνία. Βέβαια, δεν είναι μόνο αυτό. Επειδή ο σκληρός πυρήνας τόσο της σύγχρονης όσο και της χρυσής εποχής της ΕΦ παρέπεμπαν στις Ηνωμένες Πολιτείες, η ελληνική αριστερά καχύποπτη σε οτιδήποτε θεωρούσε ότι αντιπροσώπευε ή προερχόταν από την «καρδιά του καπιταλισμού», σνόμπαρε γενικώς την επιστημονική φαντασία. Η αριστερή διανόηση περιφρόνησε ολόκληρο το είδος. Το παράδοξο είναι ότι ακόμη και η δογματική αριστερά αγνόησε ολοκληρωτικά την πλούσια και ουσιώδη τόσο σε αξία όσο και ποσότητα Σοβιετική παράδοση στην ΕΦ.
Έτσι, η ελληνική ΕΦ πέρα από τη δύσκολη διεθνή συγκυρία για την έντυπη λογοτεχνία (στην οποία θα αναφερθούμε), αντιμετωπίζει και πρόσθετα εγγενή προβλήματα. Στην εποχή μας η εικόνα έχει υπερισχύσει και η ΕΦ ζει κυρίως σε κινηματογραφικές και τηλεοπτικές παραγωγές, πράγματα δύσκολα λόγω έλλειψης παράδοσης αλλά και κοστοβόρα για την ελληνική πραγματικότητα.
Συνεπώς τι; Δεν υπάρχει μέλλον για την ελληνική επιστημονική φαντασία; Θα ήταν παράδοξο να το υποστηρίξει αυτό ένας οπαδός της σκληροπυρηνικής ΕΦ όπως ο γράφων, ακόμη κι αν έχει βαρεθεί να έχει δίκιο. Ναι, η ελληνική ΕΦ αναζητά ακόμη ταυτότητα, ψάχνει αυθεντική θεματολογία και προσπαθεί να σκηνοθετήσει τις φαντασιώσεις της, αγόμενη άλλοτε στις πολυπολιτισμικές αγχωτικές και καθ’ έξιν «πολιτικά ορθές» αναφορές και άλλοτε στο άλλο άκρο μιας επινοημένης παράδοσης δήθεν αλιευμένη από τα ενδόμυχα της συλλογικής μνήμης. Όμως, εκδότες, συγγραφείς, αναγνώστες, διαχειριστές ιστοτόπων, επαγγελματίες και ερασιτέχνες με εθελοντικό ενθουσιασμό, αδιάφοροι για το αρνητικό κλίμα εξακολουθούμε να ασχολούμαστε, εξακολουθούμε πάντα ν’ ανταμώνουμε και να ξεφαντώνουμε. Χωρίς ίχνος κολακείας και αυταρέσκειας, θεωρώ ότι συγκροτούμε μια –μόνο αριθμητικά- ασήμαντη ομάδα αφανούς πνευματικής αριστοκρατίας, μιας αριστοκρατίας ταπεινόφρονης και αλαζονικά περήφανης για τις ξεχωριστές ιδιαιτερότητές της.
Κι αν λίγοι Γαλάτες είμαστε, περικυκλωμένοι από λεγεώνες, μην ξεχνάτε: τρελοί είναι (αυτοί) οι Ρωμαίοι και όχι εμείς οι Γαλάτες.
Επικεντρωνόμαστε τώρα μόνο στην ελληνική ΕΦ, η οποία αποτελεί κατά βάση «πράξη μιμήσεως». Θα συναντήσουμε ήρωες με όνομα, Τζον, Τζακ, Ντέιβιντ κ.ά. σε ιστορίες Ελλήνων συγγραφέων και σπανίως ο ήρωας θα ονομάζεται Βαγγέλης. Δεν το λέμε επικριτικά και ούτε μας ενδιαφέρει μια εγχώρια προσδιοριστική ιδιαιτερότητα. Έτσι κι αλλιώς, η ενασχόληση στον τόπο μας με το συγκεκριμένο είδος (και λιγότερο με τα συγγενή, αλλά εξ αγχιστείας, είδη) αποτελεί πράξη ηρωισμού. Ηρωικοί μικροί εκδότες αναλαμβάνουν το οικονομικό ρίσκο και επιμένουν να εκδίδουν έργα ΕΦ ελλήνων συγγραφέων, οι οποίοι επιδεικνύουν ισόποσο ηρωισμό και αυταπάρνηση γράφοντας έργα του συγκεκριμένου είδους αντί την γνωστή προσοδοφόρα λογοτεχνία για ψύλλου πήδημα, με έμφαση στο τελευταίο.
Ξεκινήσαμε, όπως αρεσκόμεθα, ανάποδα• με το συμπέρασμα πρώτο, αλλά όπως ίσως παρατηρήσατε δεν περιλαμβάνεται το έτερο σκέλος του θέματος για το μέλλον. Εδώ, όμως, ταιριάζουν οι στίχοι του μεγάλου T. S. Eliot: «Χρόνος παρών, και χρόνος παρελθών, ίσως κι οι δυο τους έγκλειστοι σε χρόνο παρελθόντα». Και αν νομίζετε ότι με αυτή την οπισθοβατική κίνηση από το αυτονόητο στο ακατανόητο, προσπαθούμε να υπεκφύγουμε της αναφοράς μας στο μέλλον, έχετε δίκιο. Ανησυχούμε για το μέλλον της ελληνικής ΕΦ, άλλωστε και τα υπάρχοντα στοιχεία που θα μπορούσαμε να στηριχτούμε για πρόβλεψη δεν είναι παρά Greek statistics. Αντί γι’ αυτό θα κάνουμε μια μικρή αναδρομή στο παρελθόν, για να αναδείξουμε τις ιδιαιτερότητες της ελληνικής επιστημονικής φαντασίας. Εν’ αρχή ήν ο Λόγος και όλα άρχισαν με μια μεγάλη έκρηξη… Οκ, περιορίζουμε το χρονικό εύρος της αναφοράς μας για λόγους οικονομίας του κειμένου. Έχοντας ως υπόθεση εργασίας δεδομένη την ιστορική συνέχεια, ο ελληνικός κόσμος βρισκόταν στην επιστημονική και τεχνολογική πρωτοπορία από την κλασσική εποχή έως και τον 11ο αιώνα μ.Χ. Τότε με το δεύτερο σχίσμα των εκκλησιών και την επικράτηση του κινήματος των ησυχαστών, το πραγματικό ή έστω φαντασιακό έθνος περιχαρακώθηκε στον εσωτερισμό της καθ’ ημάς Ανατολής, ενώ τα επιστημονικά και τεχνολογικά επιτεύγματα ταυτίστηκαν κατά κύριο λόγο με την αιρετική Δύση και, ως εκ τούτου, η ενασχόληση με αυτά περιθωριοποιήθηκε και έχασε την αρμόζουσα κοινωνική αίγλη. Αφήνοντας πίσω τα απωθημένα και από τη μνήμη μας σκοτεινά χρόνια της οθωμανοκρατίας, και την έκλαμψη του ελληνικού διαφωτισμού φτάνουμε στο σύγχρονο εθνικό ελληνικό κράτος και στην εποχή μας, με την ίδια νοοτροπία. Η ΕΦ ως το κατεξοχήν λογοτεχνικό είδος που στηρίζεται θεματικά στην επιστήμη και στην τεχνολογία θεωρείται επίμονα μη ισότιμο είδος αν όχι παραλογοτεχνία. Βέβαια, δεν είναι μόνο αυτό. Επειδή ο σκληρός πυρήνας τόσο της σύγχρονης όσο και της χρυσής εποχής της ΕΦ παρέπεμπαν στις Ηνωμένες Πολιτείες, η ελληνική αριστερά καχύποπτη σε οτιδήποτε θεωρούσε ότι αντιπροσώπευε ή προερχόταν από την «καρδιά του καπιταλισμού», σνόμπαρε γενικώς την επιστημονική φαντασία. Η αριστερή διανόηση περιφρόνησε ολόκληρο το είδος. Το παράδοξο είναι ότι ακόμη και η δογματική αριστερά αγνόησε ολοκληρωτικά την πλούσια και ουσιώδη τόσο σε αξία όσο και ποσότητα Σοβιετική παράδοση στην ΕΦ.
Έτσι, η ελληνική ΕΦ πέρα από τη δύσκολη διεθνή συγκυρία για την έντυπη λογοτεχνία (στην οποία θα αναφερθούμε), αντιμετωπίζει και πρόσθετα εγγενή προβλήματα. Στην εποχή μας η εικόνα έχει υπερισχύσει και η ΕΦ ζει κυρίως σε κινηματογραφικές και τηλεοπτικές παραγωγές, πράγματα δύσκολα λόγω έλλειψης παράδοσης αλλά και κοστοβόρα για την ελληνική πραγματικότητα.
Συνεπώς τι; Δεν υπάρχει μέλλον για την ελληνική επιστημονική φαντασία; Θα ήταν παράδοξο να το υποστηρίξει αυτό ένας οπαδός της σκληροπυρηνικής ΕΦ όπως ο γράφων, ακόμη κι αν έχει βαρεθεί να έχει δίκιο. Ναι, η ελληνική ΕΦ αναζητά ακόμη ταυτότητα, ψάχνει αυθεντική θεματολογία και προσπαθεί να σκηνοθετήσει τις φαντασιώσεις της, αγόμενη άλλοτε στις πολυπολιτισμικές αγχωτικές και καθ’ έξιν «πολιτικά ορθές» αναφορές και άλλοτε στο άλλο άκρο μιας επινοημένης παράδοσης δήθεν αλιευμένη από τα ενδόμυχα της συλλογικής μνήμης. Όμως, εκδότες, συγγραφείς, αναγνώστες, διαχειριστές ιστοτόπων, επαγγελματίες και ερασιτέχνες με εθελοντικό ενθουσιασμό, αδιάφοροι για το αρνητικό κλίμα εξακολουθούμε να ασχολούμαστε, εξακολουθούμε πάντα ν’ ανταμώνουμε και να ξεφαντώνουμε. Χωρίς ίχνος κολακείας και αυταρέσκειας, θεωρώ ότι συγκροτούμε μια –μόνο αριθμητικά- ασήμαντη ομάδα αφανούς πνευματικής αριστοκρατίας, μιας αριστοκρατίας ταπεινόφρονης και αλαζονικά περήφανης για τις ξεχωριστές ιδιαιτερότητές της.
Κι αν λίγοι Γαλάτες είμαστε, περικυκλωμένοι από λεγεώνες, μην ξεχνάτε: τρελοί είναι (αυτοί) οι Ρωμαίοι και όχι εμείς οι Γαλάτες.