Αυτή την στιγμή διοργανώνουμε.
Τους παρακάτω διαγωνισμούς
- Έναν διαγωνισμό για το βιβλίο "Ο στόλος των κόσμων" των Larry Niven και Edward M. Lerner.
Μπορείτε να διαβάσετε τις λεπτομέρειες στο παρακάτω link.
http://universe-pathways.blogspot.com/2011/04/blog-post.html
Μπορείτε να διαβάσετε τις λεπτομέρειες στο παρακάτω link.
http://universe-pathways.blogspot.com/2011/04/blog-post.html
- Αργύρης Κ. - Ρόδος
Υπεράνθρωπος
Νέα Υόρκη, Φεβρουάριος 2111
Doctor Pappas να με λέτε παρακαλώ, όχι Δημήτρη Παππά. Δεν άφησα άδικα για πάντα πίσω μου την ακρογιαλιά της γενέτειράς μου. Δεν έφαγα άσκοπα τα νιάτα μου σε σπουδές. Ούτε μια μαύρη τρίχα δεν σπάει τη μονοτονία του μαραμένου βαμβακιού, αραιά σπαρμένο στην ξεραμένη γη του σοφού κρανίου μου. Αυτό είναι το τίμημα του τίτλου που κατέχω, όψη υπερήλικα ήδη απ’ τα σαράντα πέντε μου∙ γι’ αυτό λοιπόν θεωρώ μεγάλη προσβολή όποτε, έστω και άθελα, παραλείπετε τον τίτλο του δόκτορα, όταν με προσφωνείτε.
Και όχι μόνο δόκτωρ, αλλά και νομπελίστας θα μπορούσα να γίνω. Ας όψεται το μυστικό της εργασίας μου, στα ανήλιαγα υπόγεια της Κ.Υ.Γ. (Κυβερνητικής Υπηρεσίας Γενετικής). Με δείκτη νοημοσύνης πολύ υψηλότερο του μέσου όρου, ακόμα και για τα δεδομένα της επιστήμης μου, και με ακόρεστη όρεξη για δουλειά (καθώς και ολίγη φιλοδοξία, δεν το αρνούμαι) μπόρεσα να σκαρφαλώσω στην κορυφή της ιεραρχίας. Και να που, ορειβάτης περήφανος, κατάφερα να κοιτάζω τον κόσμο από πέρα μακριά, αεικίνητα έντομα που ζούνε σε φωλιές-σπιρτόκουτα.
Το μεγάλο καμάρι μου όμως ήταν ο αποκλειστικά δικός μου θάλαμος, ανάμεσα σ’ αυτά τα υπόγεια σιδερένια λαγούμια που φωτίζονταν με νέον. Το εργαστήριο μου. Και αδιαφορούσα όταν κάποιοι από σας, προφανώς οι πιο ανόητοι, με αποκαλούσατε τυφλοπόντικα. Μέσα σ’ αυτό το θάλαμο φώλιαζαν οι μήτρες που κυοφορούσαν το μέλλον της ανθρωπότητας, το συνδετικό κρίκο ανάμεσα στο όρθιο ζώο του σήμερα και τον ανώτερο άνθρωπο του αύριο.
Τα βράδια (τρόπος του λέγειν, μέρα ή νύχτα δεν υπήρχε κει χάμω) συνήθιζα να πληκτρολογώ βιαστικά τους κωδικούς εισόδου και να περνάω με αδημονία τον έλεγχο με φωτοκύτταρο. Μετά, εισχωρούσα με λαχτάρα στο βασίλειό μου. Ήμουν ο Θεός κει μέσα. Οι υπήκοοί μου με κοιτούσαν μέσ’ απ’ τα γυάλινα κελιά τους, βουτηγμένοι στα χημικά και τις θρεπτικές ουσίες του διαφανούς σωλήνα που έπαιρνε τη θέση της μητρικής κοιλιάς. Ένας λαστιχένιος λώρος ένωνε το σώμα τους με τα εργαστηριακά μηχανήματα, τα οποία τους συντηρούσαν και επηρέαζαν τη μοίρα τους. Χειριστής των μηχανημάτων εγώ μονάχα.
Τους κοίταζα όπως ο καλλιτέχνης τ’ αριστουργήματά του. Δεν ήταν όλοι ιδιαίτερα πετυχημένοι βέβαια, τα γονίδια του είδους μας μπλέκονταν με αυτά της σαύρας ή του ποντικού και τα αποτελέσματα ήταν συχνά απρόσμενα. Ήταν όμως όλοι τους υπέροχοι. Υπήρχαν σιαμαίοι γίγαντες, ενίοτε δυο κεφάλια που μοιραζόντουσαν το ίδιο σώμα. Υπήρχαν επίσης και φολιδωτοί νάνοι, δίποδα πλάσματα με δέρμα σμέρνας ή δαγκάνες αντί για χέρια, μπαμπουΐνοι με κεφάλι γυναίκας, όλα τα καλά. Τι κρίμα να μη μπορέσω να δημοσιεύσω τίποτα. Οι εντολές της Κ.Υ.Γ. ήταν όμως αυστηρές. Και σοφές θα μπορούσα να προσθέσω. Κανείς από μας δεν θα ήθελε να μπλέξει με τους ιεροκήρυκες της βιοηθικής.
Μια μέρα επέστρεψα και βρήκα το εργαστήριό μου άνω κάτω. Ταράχτηκα βλέποντας ένα απ’ τα κελιά σπασμένο σε χίλια μύρια γυάλινα κομμάτια και το πάτωμα γεμάτο χημικά ανακατεμένα με αίμα. Προσπάθησα να εντοπίσω το πτώμα. Αντ’ αυτού ένοιωσα κάτι γλοιώδες στο σβέρκο μου. Γύρισα πίσω και, περιττό να σας το πω, η εικόνα αυτή που αντίκρισα ήταν και η στερνή μου.